Ο Ηλίας Κουλουκουντής ξεκίνησε να γράφει μια σειρά από αυτοβιογραφικά μυθιστορήματα στα είκοσι εφτά του χρόνια, ακολουθώντας τη συμβουλή του Isaac Singer προς νέους συγγραφείς – να γράφετε κάτι που μόνο εσείς μπορείτε να αφηγηθείτε. Αν και τα βιβλία του έχουν ως αφετηρία τη δική του ζωή, εμπεριέχουν ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την Ελλάδα στον 20ό αιώνα, μεταξύ άλλων την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα το 1948 και την Δικτατορία στη δεκαετία του ’60.
Για το πρώτο του βιβλίο, The Feasts of Memory, η Mary Renault έγραψε: «Το διάβασα με απόλαυση και θαυμασμό· δυσκολεύτηκα να το αφήσω από τα χέρια μου». Ο Dan Brown, συγγραφέας του Κώδικα Ντα Βίντσι, είπε πως το δεύτερο βιβλίο του Ηλία Κουλουκουντή Η Συνωμοσία της Αμοργού, ήταν «το αγαπημένο του είδος κειμένου, μια καλογραμμένη και συναρπαστική περιπέτεια που διδάσκει και ταυτόχρονα ψυχαγωγεί τον αναγνώστη».
Κλείνοντας την τριλογία, αυτό το τρίτο βιβλίο του είναι οι πολυαναμενόμενες Απρόσιτες Ακτές. Το βιβλίο περιγράφει την μετάβαση του συγγραφέα από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή μέσα σε αυτό το είδος της ελληνικής οικογένειας που ο κόσμος αρέσκεται να φαντάζεται ως ονειρική. Υπάρχουν πολλοί εφοπλιστές στον κόσμο, αλλά κανείς δε θα μπορούσε να έχει περιγράψει μ’ αυτόν τον τρόπο τη ζωή τους. Ούτε υπάρχει κάποιος άλλος συγγραφέας που θα μπορούσε να γνωρίζει από μέσα το πώς πραγματικά λειτουργεί μια ελληνική εφοπλιστική οικογένεια.
Με καυστικό χιούμορ που θυμίζει «τις καλύτερες στιγμές της noir λογοτεχνίας των μέσων του 20ου αιώνα», σύμφωνα με την περιγραφή του κορυφαίου εκδοτικού οίκου Basic Books, o συγγραφέας μιλά για τη ζωή του που σημαδεύτηκε από πάθη, περιπέτειες και συμφορές. Οι Απρόσιτες Ακτές ανοίγουν ένα παράθυρο στον ερμητικά κλειστό κόσμο της ελληνικής ναυτιλίας, μέσα από μια εξιστόρηση που αγγίζει τρεις γενιές μιας από τις παλαιότερες ελληνικές εφοπλιστικές οικογένειες. Η έντονη αντιπαλότητα ενός Έλληνα πατέρα με τον γιο του διαπερνά τις σελίδες αυτού του βιβλίου, μέχρι το τελευταίο κεφάλαιο που θα δώσει μια αναπάντεχη λύση.
Οι Απρόσιτες Ακτές ανοίγουν ένα παράθυρο στον ερμητικά κλειστό κόσμο της ελληνικής ναυτιλίας, μέσα από μια εξιστόρηση που αγγίζει τρεις γενιές μιας από τις παλαιότερες ελληνικές εφοπλιστικές οικογένειες.
Περιγράφουν τη μετάβαση του συγγραφέα από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή μέσα σε αυτό το είδος της ελληνικής οικογένειας που ο κόσμος αρέσκεται να φαντάζεται ως ονειρική.