Πόσο δύσκολο είναι να προτείνεις κάτι στην κριτική ικανότητα κάποιου άλλου χωρίς να αλλοιώνεις την κρίση του με τον τρόπο που διατυπώνεις την πρόταση! Αν πούμε: “Το βρίσκω ωραίο”, “το βρίσκω σκοτεινό”, ή κάτι παρόμοιο, παρασύρουμε τη φαντασία με αυτή την απόφανση ή, αντίθετα, την ερεθίζουμε.
Καλύτερα να μην πούμε τίποτα· οπότε ο άλλος κρίνει σύμφωνα με αυτό που είναι, δηλαδή σύμφωνα με αυτό που είναι τότε, και σύμφωνα με τις λοιπές περιστάσεις που επέδρασαν χωρίς να τις προκαλέσουμε εμείς. Τουλάχιστο δεν προκαλέσαμε τίποτα παρ’ όλον ότι και η σιωπή έχει κι αυτή την επίδρασή της, ανάλογα με τον τρόπο και την ερμηνεία που θα έχει τη διάθεση να του αποδώσει, ή καθώς επιχειρεί να εικάσει τις κινήσεις και την έκφραση του προσώπου, ή τον τόνο της φωνής σύμφωνα με τη μέθοδο του φυσιογνωμιστή: τόσο δύσκολο είναι να μην εκτοπίσει κανείς μια κρίση από το φυσικό της βάθρο, ή μάλλον, τόσο ασταθής και ανίσχυρη είναι μια κρίση!(Από τον πρόλογο του Πασκάλ)