Ο Τσουκούρου, ένας τριανταεξάχρονος σχεδιαστής σιδηροδρομικών σταθμών, που το όνομά του σημαίνει “φτιάχνω” ή “χτίζω” -όχι όμως “δημιουργώ”-, πιστεύει πως διάγει βίο άχρωμο, χωρίς ίχνος προσωπικότητας. Στα είκοσί του απορρίπτεται, για άγνωστους λόγους και με συνοπτικές διαδικασίες, από την εξιδανικευμένη παρέα του: δυο αγόρια και δυο κορίτσια, με ονόματα που παραπέμπουν αντίστοιχα σε τέσσερα διαφορετικά χρώματα. Ο “άχρωμος” Τσουκούρου αποδέχεται την απόρριψη σιωπηρά, φτάνει λόγω του συναισθηματικού σοκ στα πρόθυρα του θανάτου και τελικά επανέρχεται στην κανονική ζωή του χωρίς να έχει ουσιαστικά συνέλθει. Ώσπου έπειτα από δεκαέξι χρόνια, η Σάρα, μια γυναίκα που τον ενδιαφέρει σοβαρά, διαβλέπει το συναισθηματικό του μπλοκάρισμα, θέτει το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων και τον ωθεί στο αυτονόητο: να επιδιώξει, έστω και εκ των υστέρων, μια εκ βαθέων επαφή με την “πολύχρωμη” παρέα του για να φωτίσει τις λεπτομέρειες του βαθιά κρυμμένου ψυχικού τραύματός του, να κατανοήσει τα αίτια και να χειριστεί την πραγματικότητα με τρόπο λυτρωτικό για τον ίδιο και για τη μεταξύ τους σχέση. Ο κορυφαίος Χαρούκι Μουρακάμι αποτυπώνει με μαεστρία στο χαρτί την αξιομνημόνευτη ιστορία ενός νεαρού άντρα που τον στοιχειώνει μια τεράστια απώλεια. Μια ιστορία για όνειρα και εφιάλτες, για τα ταξίδια στο παρελθόν που είναι απαραίτητα για να θεραπευτεί το παρόν. (Από την παρουσίαση το οπισθόφυλλο του βιβλίου) “Δε θεωρώ τον εαυτό μου καλλιτέχνη. Είμαι απλώς κάποιος που μπορεί να γράψει. Ναι. Έχω την αίσθηση ότι ζω παράλληλες ζωές. Καμιά φορά αναρωτιέμαι γιατί είμαι συγγραφέας αυτή τη στιγμή. Δεν υπάρχει κάποιος ξεκάθαρος, τουλάχιστον από πλευράς καριέρας, λόγος για τον οποίο έγινα συγγραφέας. Κάτι συνέβη κι έγινα συγγραφέας. Και τώρα είμαι επιτυχημένος συγγραφέας. Όταν επισκέπτομαι τις ΗΠΑ ή την Ευρώπη, είναι πολλοί αυτοί που με ξέρουν. Είναι τόσο περίεργο. Πριν από λίγα χρόνια βρέθηκα στη Βαρκελώνη για μια παρουσίαση βιβλίου μου και ήρθαν χίλια άτομα. Έρχονταν κορίτσια και με φιλούσαν. Πραγματικά εξεπλάγην. Τι μου συνέβη; Με τη σύζυγό μου είμαστε παντρεμένοι περίπου σαράντα χρόνια. Παραμένει φίλη μου. Συζητάμε, πάντα συζητάμε. Με βοηθάει πολύ. Μου δίνει συμβουλές για τα βιβλία μου. Σέβομαι τη γνώμη της. Πού και πού τσακωνόμαστε. Καμιά φορά η γνώμη της είναι πολύ αυστηρή. Ίσως και να το χρειάζομαι αυτό. Αν έκανε το ίδιο ο επιμελητής μου, θα θύμωνα. Μπορώ ν’ αλλάξω επιμελητή, αλλά δεν μπορώ ν’ αλλάξω τη γυναίκα μου. Μου αρέσει να διαβάζω βιβλία. Μου αρέσει ν’ ακούω μουσική. Μαζεύω δίσκους. Και γάτες. Δεν έχω καμία γάτα αυτή τη στιγμή. Όταν, όμως, δω γάτα στον δρόμο, αμέσως χαίρομαι” (Απόσπασμα από τη συνέντευξη του Χαρούκι Μουρακάμι στο www.theguardian.com)
Ο άχρωμος Τσουκούρου Ταζάκι και τα χρόνια του προσκυνήματός του
16,60 €
Ο Τσουκούρου, ένας τριανταεξάχρονος σχεδιαστής σιδηροδρομικών σταθμών, που το όνομά του σημαίνει “φτιάχνω” ή “χτίζω” -όχι όμως “δημιουργώ”-, πιστεύει πως διάγει βίο άχρωμο, χωρίς ίχνος προσωπικότητας. Στα είκοσί του απορρίπτεται, για άγνωστους λόγους και με συνοπτικές διαδικασίες, από την εξιδανικευμένη παρέα του: δυο αγόρια και δυο κορίτσια, με ονόματα που παραπέμπουν αντίστοιχα σε τέσσερα διαφορετικά χρώματα. Ο “άχρωμος” Τσουκούρου αποδέχεται την απόρριψη σιωπηρά, φτάνει λόγω του συναισθηματικού σοκ στα πρόθυρα του θανάτου και τελικά επανέρχεται στην κανονική ζωή του χωρίς να έχει ουσιαστικά συνέλθει. Ώσπου έπειτα από δεκαέξι χρόνια, η Σάρα, μια γυναίκα που τον ενδιαφέρει σοβαρά, διαβλέπει το συναισθηματικό του μπλοκάρισμα, θέτει το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων και τον ωθεί στο αυτονόητο: να επιδιώξει, έστω και εκ των υστέρων, μια εκ βαθέων επαφή με την “πολύχρωμη” παρέα του για να φωτίσει τις λεπτομέρειες του βαθιά κρυμμένου ψυχικού τραύματός του, να κατανοήσει τα αίτια και να χειριστεί την πραγματικότητα με τρόπο λυτρωτικό για τον ίδιο και για τη μεταξύ τους σχέση.
104 σε απόθεμα